Ο Εύηνος, ή Φίδαρης, γνωστός από την Μυθολογία σαν πέρασμα του Ηρακλή και της Δηιάνειρας, πήρε το όνομα του από τον βασιλιά Εύηνο.
Ο ποταμός πηγάζει από τα Βαρδούσια και εκβάλλει στον Πατραϊκό κόλπο. Από τα πιο σπουδαία αξιοθέατα της περιοχής είναι και η μεταλλική γέφυρα Μπανιά που ενώνει τις δύο όχθες του ποταμού, σε ελάχιστη απόσταση από τον οικισμό. Με μήκος λίγο μικρότερο από τα 50 μ., και πλάτος ικανό για την διέλευση ενός αυτοκινήτου, είναι από τις πιο εντυπωσιακές του είδους της και χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα για τη συγκοινωνία.
Οι παλαιότεροι κάτοικοι αναφέρουν πως στη θέση της υπήρχε παλαιά γέφυρα, την οποία ανατίναξαν την περίοδο του Β' Παγκοσμίου Πολέμου για να εμποδίσουν την προέλαση και τροφοδοσία των Γερμανών κατακτητών.
Οδηγίες Πρόσβασης: Το Χάνι Μπανιά είναι ένας μικρός οικισμός δίπλα στον Εύηνο ποταμό, σε απόσταση 15 περίπου χιλιομέτρων από τη Ναύπακτο, στον δρόμο που μας οδηγεί στο Θέρμο. Εκεί θα συναντήσουμε και την γέφυρα Μπανιά.
Πηγή: Πέτρινα γεφύρια της Ελλάδος
«Βρύση μου μαλαματένια, πώς βαστάς κρύο νερό…»
Δημοτικό τραγούδι[Ακούστε το στο you tube από τον Ξηρομερίτη Τάκη Καρναβά]
Tα περισσότερα νοικοκυριά στο χωριό, Μαχαιράς Ξηρομέρου Αιτωλοακαρνανίας, μέχρι τη δεκαετία του ’70 περίπου, είχαν στην κουζίνα μια τενεκεδένια βρυσούλα που την κατασκεύαζε ο τενεκετζής.
Το ίδιο συνέβαινε σε κάθε ελληνική επαρχία… Αυτή η βρυσούλα είχε ύψος περίπου μισό μέτρο, το σχήμα της ήταν καμπυλωτό μπροστά και το πίσω ίσιο για να κρεμιέται στον τοίχο. Στο πάνω μέρος είχε καπάκι που ανοιγόκλεινε για να γεμίζει νερό και να προστατεύεται από σκόνες και άλλα ζουζούνια… Στο μπροστινό κάτω μέρος υπήρχε μια μικρή κάνουλα που έβγαζε το νερό. Στην άκρη, δίπλα στην κάνουλα, πολλές φορές ο μερακλής τενεκετζής κολλούσε ένα κομμάτι λαμαρίνα για να μπαίνει το πράσινο σαπούνι που χρησιμοποιούσαν τότε οι νοικοκυρές. Άφηνε όμως μια χαραμάδα για να στραγγίζει το νερό και να μην σκουριάζει. Κάποιες φορές όμως από την πολυκαιρία και τη φθορά η βρύση σκούριαζε. Τότε η νοικοκυρά προσπαθούσε να την κολλήσει με ζυμάρι και ξυλαράκια. Αλλά επειδή αυτές οι λύσεις δεν είχαν αποτέλεσμα φρόντιζε να την πάει στον τενεκετζή για κόλλημα. Η βρύση αυτή κρεμιόταν σε ένα γερό καρφί πάνω από το νεροχύτη.
Η Νατάσα Κεσμέτη στο βιβλίο της, Το αιώνιο ρολόϊ, εκδόσεις Νεφέλη, περιγράφει τη μικρή βρύση. Παραθέτω το απόσπασμα:
«Ήταν ένα μικρό μπλε ντεποζιτάκι, σαν ένας μικρός κύλινδρος κομμένος στο μάκρος, με την πίσω πλευρά επίπεδη και τη μπρος τουρλωτή, και χαμηλά ένα μικρό φουσκωτό κίτρινο βρυσάκι, που το ’χαμε κρεμασμένο στο νεροχύτη κι έχυνε ένα μίζερο νερό απ’ την κανουλίτσα που όλο λασκάριζε».
Μια τέτοια κρεμαστή βρυσούλα είχαμε στο σπίτι. Στο δωμάτιο με το τζάκι. Το καθιστικό που χρησίμευε και ως κουζίνα… Εκεί στη μια πλευρά υπήρχε ένας μεγάλος νεροχύτης από τσιμέντο και πάνω κρεμόταν η βρύση. Νεροχύτη δεν είχαν όλα τα σπίτια τότε. Συνήθως κάτω από τη βρυσούλα οι γυναίκες είχαν ένα τραπέζι κι επάνω μια λεκάνη για να πέφτουν τα νερά.
Θυμάμαι η μάνα έβαφε τη βρυσούλα με λαδομπογιά. Έβαφε και το εξωτερικό του νεροχύτη στο ίδιο χρώμα. Στην αρχή πράσινο. Αργότερα θαλασσί. Μου άρεσε η θαλασσιά βρυσούλα μας!
Αυτή η βρυσούλα ήταν ο νιπτήρας τότε. Κάθε πρωί πλενόμασταν όλα τα μέλη της οικογένειας. Δίπλα ακριβώς ήταν κρεμασμένη στον καθρέπτη με την
«Καλημέρα» η πετσέτα προσώπου. Μία για όλους… Και μια χτένα για να χτενιστούμε…
Εκτός από την προσωπική καθαριότητα και τον καλλωπισμό η βρυσούλα εξυπηρετούσε και την καθαριότητα των πιατικών της κουζίνας. Δίπλα της, στη δεξιά πλευρά, ήταν κρεμασμένη η ξύλινη πιατοθήκη.
Εμείς τα κοριτσάκια τότε από μικρά μαθαίναμε να πλένουμε τα πιάτα με το λιγοστό νεράκι που έβγαζε η τενεκεδένια βρύση. Με μεγάλη φειδώ μάλιστα. Στο Ξηρόμερο υπήρχε έλλειψη νερού, «νεροχλίψα», για να χρησιμοποιήσω μια λησμονημένη ξηρομερίτικη λέξη. Γι’ αυτό καθημερινά γινόταν συστάσεις από τους μεγάλους για την οικονομία του νερού και του απορρυπαντικού. Προσπαθούσαμε να τις τηρούμε ώστε να γίνουμε καλές νοικοκυρές… Ήδη από το Δημοτικό μαθαίναμε «νοικοκυράτα»! Τα αγόρια δεν ασχολούνταν με το πλύσιμο των πιάτων. Πλησίαζαν το νεροχύτη μόνο για να χτενίσουν τον «καρέ» τους! Τα πιάτα ήταν αποκλειστικά γυναικεία υπόθεση, σύμφωνα με τις αντιλήψεις της εποχής και μάλιστα στην επαρχία Ξηρομέρου…
Όταν άδειαζε το βρυσάκι το γεμίζαμε με νερό που είχαμε αποθηκευμένο σε άλλα δοχεία. Συνήθως σε μεγάλες πλαστικές μπουκάλες, τις «μπούγλες», όπως τις λέγαμε.
Στο κάτω μέρος του νεροχύτη υπήρχε χώρος για αποθήκευση κατσαρόλων και τηγανιού, καθώς και της λαΐνας με το λίπος του γουρουνιού το χειμώνα. Και ένας τενεκές με χερούλι στον οποίο συγκεντρωνόταν τα απόνερα. Αυτός άδειαζε σε τακτά διαστήματα. Η μάνα για να καλύπτονται αυτά τα αντικείμενα είχε ράψει ένα ύφασμα, σαν κουρτίνα και το κρεμούσε από τη μια ως την άλλη άκρη του νεροχύτη. Αυτά τα λουλουδάτα υφάσματα κάλυπταν τότε το κάτω μέρος του νεροχύτη και την έλλειψη ντουλαπιών. Έδιναν και μια ωραία αισθητική άποψη στο χώρο. Μια ανθισμένη εικόνα… Έχω δει σε σύγχρονα περιοδικά διακόσμησης αγροτικών σπιτιών τέτοιες προτάσεις αντί για ντουλάπια… Πόσο καλή αισθητική είχαν εκείνες οι αγρότισσες που δεν είχαν μελετήσει ποτέ περιοδικά διακόσμησης!
Η θαλασσιά βρυσούλα δεν σώζεται πια… Μετά την ανακαίνηση του σπιτιού κατασκευάστηκε καλή κουζίνα με ντουλάπια, σύγχρονο νεροχύτη και βρύση. Η μάνα σκέφτηκε να αξιοποιήσει τον τσιμεντένιο νεροχύτη έξω στο φούρνο της. Έτσι ο νεροχύτης αυτός τοποθετήθηκε δίπλα στον ξυλόφουρνο. Μαζί βέβαια και το βρυσάκι. Ήταν δίδυμα αυτά… Εξυπηρετούσαν τη μάνα όταν έψηνε το ψωμί, το φαΐ και τους μεζέδες έξω στον φούρνο. Εξυπηρετούσαν πρακτικές ανάγκες της με ωραία πάλι αισθητική.
Eικόνα: Ο ξυλόφουρνος και ο τσιμεντένιος νεροχύτης στην αυλή…(2020).
Η μάνα έφυγε νωρίς… Ο φούρνος απέμεινε «άκαυτος» εκεί στην άκρη της μπροστινής αυλής … Περίλυπος, μα αξιοπρεπής. Εμείς τον ασβεστώνουμε, αλλά δεν μπογιατίζουμε με θαλασσί χρώμα, «Αιγαιοπελαγίτικο στυλ», τα πεζουλάκια δίπλα του και το νεροχύτη, όπως έκανε εκείνη… Κάθε χρόνο στις καλοκαιρινές διακοπές μας, ο φούρνος κι ο νεροχύτης γίνονται ολόλευκοι… Μοσχοβολούν ασβέστη! Μέχρι να ’ρθει η ώρα μιας νέας διαμόρφωσης της αυλής όπως σχεδιάζουμε. Τότε ο φούρνος, έργο των έμπειρων χεριών του πατέρα, θα κατεδαφιστεί. Μαζί και ο τσιμεντένιος νεροχύτης, έργο του ’50.Τη θέση τους θα πάρει ένα σύγχρονο «μπάρμπεκιου», που θα εξυπηρετεί τις ανάγκες της οικογένειας με μεγαλύτερη ευκολία…
Προς το παρόν μένουν εκεί για να ξυπνούν μνήμες σε μας που ζήσαμε τα παιδικά χρόνια μαζί τους… Και γνώση για τη λειτουργία ενός αγροτικού σπιτιού στα παιδιά και τα εγγόνια μας…
Σε κάποια τουριστικά μέρη σήμερα πουλιούνται μικρά βρυσάκια και άλλα σχετικά είδη από το παραδοσιακό νοικοκυριό. Είναι ωραία για τη διακόσμηση ενός εξωτερικού χώρου, μιας αυλής, ενός κήπου στο χωριό… Ίσως αξιοποιήσουμε πάλι μια τενεκεδένια, θαλασσιά βρυσούλα ως διακοσμητικό στοιχείο μετά την αλλαγή και τη νέα διαμόρφωση του αύλειου χώρου του σπιτιού… Μαζί με ένα τσίγκινο τραπεζάκι καφενείου που μου αρέσει επίσης πολύ…